Ιστορικό πλαίσιο της εποχής σύνταξης του εγγράφου του Nicola Acciaiuoli.
Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς καλύτερα τις συνθήκες της ξένης κυριαρχίας της τουρκοκρατίας και φραγκοκρατίας παρατίθεται σύντομος χρονολογικός πίνακας για την διάρκεια της φραγκοκρατίας και τουρκοκρατίας στην πόλη της Κορίνθου που ίσχυε, φυσικά, και για την ευρύτερη περιοχή της Κορινθίας και συνεπώς και για τον Άγιο Βασίλειο.[1]
Από το 1262 έως το 1460 το Δεσποτάτο του Μυστρά ως ημιαυτόνομη
περιοχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διαγράφει στην Πελοπόννησο την δική
του πορεία μέχρι την κατάλυσή του από τον Μωάμεθ Β΄ το 1460 μ. Χ.
Συνεπώς όταν μιλάμε για το έτος 1365 μ.Χ, οπότε έγινε η σύνταξη του έγγραφου του Nicola Acciaiuoli, που δίνει ιστορικές πληροφορίες για τον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας, μιλάμε για την πρώτη Φραγκοκρατία. Χρονικά προσδιορίζεται το έτος αυτό 161 χρόνια μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους, η οποία έγινε το 1204. Επίσης προσδιορίζεται και 93 χρόνια προ της κατάκτησης της Κορινθίας από τους Τούρκους και συνεπώς και του Αγίου Βασιλείου, η οποία έγινε το έτος 1458.
Από τον πιο πάνω πίνακα προκύπτει, ότι ο Άγιος Βασίλειος έμεινε υποτελής στους Φράγκους 278 χρόνια (πρώτη και δεύτερη φραγκοκρατία) και στους Τούρκους κατακτητές 333 χρόνια. Δηλαδή η συνολική κατάκτηση του Αγίου Βασιλείου από Τούρκους και Φράγκους διήρκεσε συνολικά 611 χρόνια.
– Το έγγραφο του έτους 1365.
Το έγγραφο του 1365 είναι ένα σύνολον καταλόγων των εσόδων που συγκέντρωναν οι υποτακτικοί του φεουδάρχη και τραπεζίτη Νίccolò Acciaiuoli στο κάστρο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας. Οι κατάλογοι αυτοί μας δίνουν πολύτιμα στοιχεία για την μεσαιωνική ιστορία (ιταλική φραγκοκρατία) του κάστρου και του χωριού Άγιος Βασίλειος καθώς και της γύρω περιοχής. Το έγγραφο αυτό ο Νίccolò Acciaiuoli το συνέταξε στη Νεάπολη της Ιταλίας λίγους μήνες προ του θανάτου του, ο οποίος έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 1365. Το έγγραφο καλύπτει την χρονική περίοδο από την άνοιξη έως το φθινόπωρο του 1365. Στην ουσία πρόκειται για σύνολο λογαριασμών, που καταγράφονται τα έσοδα και τα έξοδα από την διαχείριση των γαιών του Νίccolò Acciaiuoli σε έντεκα οικισμούς της καστελλανίας της Κορίνθου, ανάμεσα στους οποίους το Αγιονόρι και ο Άγιος Βασίλειος[2].
Τα έγγραφα εσόδων του Niccolò Acciaiuoli το 1365 μ.Χ. δείχνουν ότι μετά την ανοικοδόμηση του κάστρου ο Άγιος Βασίλειος έγινε το κέντρο της γύρω περιοχής, όπου συγκεντρώνονταν τα έσοδα από τους φόρους που εισέπραττε ο φεουδάρχης. Από την ποσότητά των φόρων, φαίνεται ότι στο φρούριο του Αγίου Βασιλείου υπαγόταν μία μεγάλη περιοχή, η τρίτη σε σπουδαιότητα μετά τις περιοχές της Κορίνθου και Βασιλικών. Στα ίδια επίσης έγγραφα συναντάμε για πρώτη φορά το 1365 το όνομα Άγιος Βασίλειος.[3]
Από το έγγραφο του 1365 προκύπτουν τα πιο κάτω[4]
–Θεόδωρος, ο γενικός επόπτης του Niccolò Acciaiuoli στην Κορινθία.
Επειδή το 1365 ο Acciaiuoli ζούσε στην Ιταλία είχε αναθέσει την γενική εποπτεία της διαχείρισης των γαιών του στην Κορινθία σε έναν επόπτη με το όνομα Θεόδωρο, ο οποίος είχε τον τίτλο maestro massaro. Τον Θεόδωρο βοηθούσε ολόκληρη ιεραρχία από κατώτερους υπαλλήλους. Οι υπάλληλοι αυτοί κατέγραφαν τα έσοδα και τα έξοδα από την διαχείριση των γαιών της Καστελλανίας της Κορίνθου και τα απέστελλαν στην Νεάπολη στον επικυρίαρχο τραπεζίτη Niccolò Acciaiuoli
-Νικόλας Καζίνης (Νicola Casini), ο αντιπρόσωπος (επιστάτης) του Acciaiuoli στο φρουρίου του Αγίου Βασιλείου. Είχε τον φράγκικο τίτλο Βάϊλος
Ο Νικόλας Καζίνης φέρετε σε μία καταγραφή του εγγράφου να συγκέντρωσε μαζί με δύο άλλους υπαλλήλους, που τον βοηθούσαν, την εισφορά του χωριού σε είδος (γεώμορο) και την φύλαξε στο κάστρο. Οι δύο αυτοί υπάλληλοι του κάστρου ήσαν ιταλικής καταγωγής και ονομάζονταν gienmoratori. Ο αποθηκάριος όμως του Αγίου Βασιλείου βρέθηκε να χρωστά μία ποσότητα κρασί . Όταν κλήθηκε σε απολογία προτίμησε να διαφύγει και όχι να παρουσιασθεί και να δώσει εξηγήσεις. Το 1365 το Αγιονόρι φαίνεται να είναι διοικητικά εξαρτημένο από τον Άγιο Βασίλειο.
Πληροφορίες για την καλλιέργεια κρασιού στον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας.
Στον Άγιο Βασίλειο υπάρχει καταγραφή για συγκέντρωση 208 μέτρα κρασί. Από αυτά μόνο τα 30 προέρχονται από αμπέλια της άμεσης εκμετάλλευσης και 147 από τους φόρους του κρασιού σε είδος (μαστοφορία) των εξαρτημένων αγροτών (villani). Επίσης τα υπόλοιπα προερχόταν από μισθωμένα αμπέλια και από αγορά κρασιού.
Για τα έξοδα παραγωγής των αμπελιών στον Άγιο Βασίλειο καταγράφεται δαπάνη 74 υπερπύρων [5] για την περιποίηση των αμπελιών,για διάφορες μεταφορικές εργασίες, για την αμοιβή των υπευθύνων κελαριού και την αγορά βαρελιών.
-Ο μικροφεουδάρχης του Αγίου Βασίλείου Γιάννης Χαλιοπώλης (Gianni Chaliopoli) και ο οικισμός Άρλος.
Στο έγγραφο καταγράφεται και το ονοματεπώνυμο ενός μικροφεουδάρχη της εποχής εκείνης στον Άγιο Βασίλειο, του Γιάννη Χαλιοπώλη. Οι μικροφεουδάρχες είχαν στην διάθεση τους να διαχειρίζονται ένα μικρό φέουδο από τις εκτάσεις που ανήκαν στον Φεουδάρχη. Αναφέρεται επίσης ένα χωριό με το όνομα Arlos (Άρλος) στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου, το οποίο χωριό πληρώνει μαζί με τον Άγιο Βασίλειο τον πιο πάνω φόρο των συνολικά 21 υπερπύρων. Το όνομα αυτό είναι άγνωστο σήμερα στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου.
-ΟΙ φόροι που εισέπραττε ο γαιοκτήμονας στο Άγιο Βασίλειο ήσαν και σε είδος αλλά και σε μετρητά
Oι εισπράκτορες του γαιοκτήμονα εισέπρατταν το τέλος (φόρο) και σε μετρητά. Σε μία καταγραφή του εγγράφου ο Άγιος Βασίλειος πληρώνει μετρητά συνολικά 21 υπέρπυρα και το Αγιονόρι 18 υπέρπυρα. Επίσης η Κόρινθος πληρώνει 229 και τα Βασιλικά (Συκιώνα) 36 υπέρπυρα. Αυτό είναι μία ένδειξη της κατάταξης του πλούτου των περιοχών αυτών
–Οι ιδιοκτήτες στον Άγιο Βασίλειο με τα ονόματα Καρβαλέας, Ιωάννης και ο καλλιεργητής Νικόλαος Μαρέντης
Στο έγγραφο καταγράφεται επίσης το όνομα του Carvalea (Καρβαλέας), ενός ιδιοκτήτη έκτασης, ο οποίος την είχε εγκαταλείψει. Από αυτή την έκταση (στάση) καταγράφεται στο βιβλίο εσόδων από το κρασί, ότι ο γαιοκτήμονας εισέπραξε 9 μέτρα κρασί. Πιθανώς την καλλιεργούσε κάποιος άλλος που πλήρωσε τον φόρο σε είδος. Παρόμοια αναφορά υπάρχει για την έκταση (στάση) ενός Ιωάννη, ο οποίος την είχε εγκαταλείψει και τον φόρο σε είδος
κατάβαλε στον γαιοκτήμονα ο κάτοχος της στάσεως με το όνομα Nicola Maredi (Νικόλας Μαρέντης).
-Η επιδημία της Πανούκλας του έτους 1348 και οι πολεμικές ταραχές μειώνουν τον πληθυσμό στον Άγιο Βασίλειο.
Οι εγκαταλελειμμένες και ερημωμένες δύο πιο πάνω στάσεις (καλλιεργήσιμη γη) στο Άγιο Βασίλειο αποτελούν ένδειξη δημογραφικής κρίσης. Η κρίση αυτή οφείλεται και στη επιδημία της πανούκλας του έτους 1348, αλλά και στις πολεμικές και πολιτικές ταραχές της εποχής εκείνης. Αποτέλεσμα αυτών ήταν το δεύτερο μισό του δεκάτου τετάρτου αιώνα να υπάρχει εκτός της βαθιάς δημογραφικής κρίσης και οικονομική ύφεση.
Τα ονόματα των φόρων σε μετρητά και σε είδος.
Οι χρηματικές εισφορές (φόροι), που εισέπρατταν οι διαχειριστές του γαιοκτήμονα στον Άγιο Βασίλειο ήσαν τρείς. Το τέλος, το μίσθωμα και η αποκοπή.
Παράλληλα όμως υπήρχαν και δύο άλλες εισφορές σε είδος. Η πρώτη ήταν η εισφορά σε δημητριακά, όσπρια και λινάρι, η οποία καταγράφεται στο έγγραφο ως li gienmori[6]. Η δεύτερη εισφορά σε είδος ήταν η μαστοφορία, δηλαδή η εισφορά σε κρασί. Τα ίδια ισχύουν και για το κάστρο του Αγιονορίου.
Στο έγγραφο καταγράφεται και ο φόρος (γεώμορον), που πλήρωναν εκτός από τον Άγιο Βασίλειο και το Αγιονόρι ακόμη και οι γειτονικοί οικισμοί Βασιλικών (Συκιώνα), Αγίου Γεωργίου (Νεμέα), Αγγελόκαστρου, Λιγουριού και Παιάδας (Επίδαυρος).
-Κρασί,σταφίδα, κριθάρι, βρώμη, σμιγάδι, στάρι, όσπρια, λινάρι και βίκος τα αγροτικά προϊόντα της εποχής
Το έτος 1365 στον Άγιο Βασίλειο οι κάτοικοι καλλιεργούσαν δημητριακά, όσπρια, λινάρι και κυρίως κρασί Η παραγωγή των δημητριακών σύμφωνα με τον φόρο που έχει καταγραφεί στο έγγραφο έχει την ακόλουθη σειρά: Κριθάρι 18 μόδιοι, βρώμη 18 μόδιοι, σμιγάδι 15 μόδιοι, στάρι 11 μόδιοι, όσπρια 1 μόδιος, λινάρι[7] ένα δεμάτι. Στο Αγιονόρι επίπλέον καταγράφεται και καλλιέργεια του βίκου. Το κρασί ήταν το κυρίαρχο προϊόν όχι μόνο στους δύο οικισμούς Άγιο Βασίλειο και Αγιονόρι, αλλά και σε όλη την Καστελλανία της Κορίνθου.
Στο έγγραφο του 1365 καταγράφεται η συνολική ποσότητα παραγωγής κρασιού στην Καστελλανία της Κορίνθου, η οποία ήταν 1.333,5 μέτρα. Από αυτά τα 208 μέτρα κρασιού, δηλαδή το 15,6 % προήλθε από την διοικητική διαίρεση του Αγίου Βασιλείου -Αγιονορίου[8].
Επίσης αναφέρεται αγοροπωλησία κρασιού στον Άγιο Βασίλειο. Οι υπάλληλοι του γαιοκτήμονα αγοράζουν 14 μέτρα κρασί αντί 14 υπερπύρων, το οποίον μεταπώλησαν.
Ο Άγιος Βασίλειος παράγει και καλή ποιότητα σταφίδα.: Ο Βαϊλος (επιστάτης) του Αγίου Βασιλείου το 1365 αγοράζει 9 μόδιους σταφίδα με τιμή 12 υπέρπυρα το μόδιο. Από αυτή την ποσότητα στέλνει τους 3,5 μόδιους στον Νίccolò Acciaiuoli στη Νεάπολη της Ιταλίας, όπου ζούσε ο Φεουδάρχης. Για την αποθήκευση του κρασιού πρέπει να υπήρχαν και βιοτεχνίες κατασκευής βαρελιών στην ευρύτερη περιοχή.
-Η οικογένεια Acciaiuoli και ο φεουδάρχης του Κάστρου του Αγίου Βασιλείου Νiccolo Acciaiuoli.
Ο φλωρεντιανός τραπεζίτης, πολιτικός και γαιοκτήμονας Νίccolò Acciaiuoli γεννήθηκε στο Castello di Montefugoni στις 12 Σεπτεμβρίου 1310 και πέθανε σε ηλικία 55 ετών στη Νεάπολη της Ιταλίας στις 8 Νοεμβρίου 1365. Δηλαδή πέθανε την ίδια χρονιά που συνέταξε στη Νεάπολη της Ιταλίας το σωζόμενο έγγραφο, το οποίο αφορά και.την λογιστική επεξεργασία των εσόδων του Κάστρου του Αγίου Βασιλείου.
Τον δέκατον τέταρτον αιώνα ανάμεσα στους ιταλούς που διεκδίκησαν εδάφη στην Πελοπόννησο ήταν και οι τραπεζική φλωρεντινή οικογένεια των Acciaiuoli. Παράλληλα υπήρχαν στην Πελοπόννησο εκτός από τους φλωρεντινούς και οι Γενουάτες, οι Βενετοί, οι Καταλανοί, οι Ναβαραίοι και οι Ιωαννίτες. Όλοι αυτοί προσπαθούσαν να διασπάσουν την ηγεμονία της Αχαΐας σε ανεξάρτητα κρατίδια. Οι Acciaiuoli. ενδιαφέρονται κατ αρχήν να επεκτείνουν στην Πελοπόννησο τις τραπεζικές τους δραστηριότητες. και μάλιστα στις κτήσεις του Βασιλείου της Νεάπολης. Με τις δραστηριότητες αυτές όμως απέκτησαν και φέουδα και έγιναν φεουδάρχες. Τα πρώτα εδάφη που αποκτά η φλωρεντινή Τράπεζα των Acciaiuoli.στην Πελοπόννησο το 1325 παραχωρήθηκαν σε αυτή από τον Ιωάννη de Cravina, αδελφό του Βασιλιά της Νεάπολης της Ιταλίας Ροβέρτου. Ο Ιωάννης αναγκάστηκε να παραχωρήσει στην τράπεζα των Acciaiuoli.φέουδα του στην Ηλεία για να ξεπληρώσει το δάνειο που είχε πάρει για την χρηματοδότηση της αποτυχημένης εκστρατείας του κατά τω Ελλήνων το 1325 έως 1326[9].
Οι Acciaiuolι ήταν ο οίκος, παρακλάδι γνωστότατης οικογένειας της Φλωρεντίας, που βασίλεψε και στο Δουκάτο των Αθηνών από το 1385 έως το 1458. Σύμφωνα με τον Bon[10] το κάστρο κατασκευάσθηκε στις αρχές της Φραγκοκρατίας από Φράγκους ευγενείς.
Ο Niccolò Acciaiuoli άρχισε την σταδιοδρομία του στην Πελοπόννησο ως σύμβουλος της Αικατερίνης de Valois, η οποία για τις υπηρεσίες που της προσέφερε του παραχώρησε νέες κτήσεις –φέουδα στην Κορινθία και στην Μεσσηνία. Ο ίδιος επεσκέφθη τον Μοριά από 1338 έως το 1341. Μετά ασχολήθηκε με τις υποθέσεις του Βασιλείου της Νεάπολης, όπου είχε λαμπρή σταδιοδρομία χωρίς να επισκεφθεί πάλι την Πελοπόννησο. [11]. Το 1348 υπάρχει στη περιοχή της Πελοποννήσου και συνεπώς και του Αγίου Βασιλείου η επιδημία της πανούκλας, η οποία αποδεκατίζει τον πληθυσμό και μαζί με τις τούρκικες επιδρομές δημιουργεί στις επόμενες δεκαετίες δημογραφική κρίση. Αυτό προκύπτει και από αναφορά του Nicola Boiano, διαχειριστή των γαιών στην Πελοπόννησο της συζύγου του Ροβέρτου του Τάραντα. [12] Την ίδια χρονιά (1348) ο Niccolò Acciaiuoli ανακηρύχθηκε Μέγας Σενεσάλος του Βασιλείου της Νεάπολης. Ανέλαβε την ανασυγκρότηση των κληρονομικών κτήσεων των Anjou (Βασίλειο Νεάπολης) στην Ελλάδα (Πριγκιπάτο της Αχαΐας) και απέκτησε ως ανταμοιβή τη βαρονία της Κορίνθου. Συγκεκριμένα «το 1358 ο Ροβέρτος του Τάραντος γιος της Αικατερίνης, προσέφερε στον Νικόλαο την Καστελλανία της Κορίνθου, κρίνοντας ότι ήταν το μόνο ικανό πρόσωπο που μπορούσε να αναλάβει την άμυνά της[13]» Στην απόφαση του αυτή έπαιξε ρόλο και η έκκληση των κατοίκων της Κορίνθου προς τον επικυρίαρχο τους Ροβέρτο για προστασία από τις τούρκικες επιδρομές[14]. Στην Καστελλανία αυτή συμπεριλαμβάνετε και το κάστρο του Αγίου Βασιλείου. Διάδοχοι του Niccolò Acciaiuol είναι ο γιός του Άγγελος, και ο θετός γιος του Νέριος, ο οποίος το 1371 παρέλαβε από τον αδελφό του Άγγελο το Κάστρο του Ακροκορίνθου. Άλλα μέλη της οικογενείας Acciaiuoli δραστηριοποιήθηκαν στην Αχαΐα, όπως ο Ιωάννης και οι δύο Άγγελοι που κατάλαβαν το αρχιεπισκοπικό θρόνο στη Πάτρα.
Το 1377 ο Άγιος Βασίλειος αναφέρεται στον κατάλογο φρουρίων του πριγκιπάτου του Μορέως ως Castello de Sancto Basile ανάμεσα στα εννέα κάστρα της Καστελλανίας της Κορίνθου. Ο οικισμός που περιελάμβανε 85 σπίτια αναφέρεται ως ο δεύτερος μετά από αυτόν της Κορίνθου.
Σημείωση: Οι φωτογραφίες απεικονίζουν το Φράγκικο κάστρο του Αγίου Βασιλείου,όπως είναι σήμερα και στο βάθος το χωριό Άγιος Βασίλειος. Έχουν ληφθεί από τον συντάκτη του παρόντος πονήματος.
————————————–
[1] Μ. Φούγιας, Ιστορία της αποστολικής εκκλησίας της Κορίνθου, Νέα Σύνορα, Εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, δεύτερη έκδοση, Αθήνα 1997, σελ. 11-12 από όπου ελήφθησαν οι χρονολογίες. Ο πίνακας έγινε από τον γράφοντα και περιέχεται στο βιβλίο του: Μεταβυζαντινές τοιχογραφίες στο Ναό της ζωοδόχου Πηγής στον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας .Αθήνα 2012 , σελ. 56
[2] Σακελαρίου Ελένη, Η αγροτική οικονομία στο Αγιονόρι και στον Άγιο Βασίλειο, (δέκατος τέταρτος αιώνας). Ιστορικογεωγραφικά, επιστημονικό συμπόσιο, πρακτικά. Γιάννενα –Θεσσαλονίκη 2014, σελ. 145
[3] Κορδώσης, Μιχαήλ. Συμβολή στην ιστορία και τοπογραφία της περιοχής Κορίνθου στους μέσους χρόνους. Διδακτορική διατριβή. Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νώτη Καραβία Αθήνα MCMLXXXI, σελ. 175
[4] Σακελαρίου Ελένη, Ιστορικογεωγραφικά, 2014, σελ.159 έως 205, όπου υπάρχει πλήθος ξένης βιβλιογραφίας, που αφορά την περιοχή Αγίου Βασιλείου και Αγιονορίου. Στο παρόν πόνημα επιλέγονται μόνο τα στοιχεία που αφορούν τον Άγιο Βασίλειο.
[5] Το υπέρπυρο ήταν χρυσό βυζαντινό νόμισμα
[6] Η λέξη πιθανότατα έχει εξελιχθεί από τον βυζαντινό φόρο γαιώμορον ή γειομόρα, που σημαίνει καταβολή ενοικίου σε είδος.
[7] Η παραγωγή του λιναριού στον Άγιο βασίλειο το 1365 παραπέμπει σε ύπαρξη εγκαταστάσεων στη ευρύτερη περιοχή για την επεξεργασία του για την κατασκευή λινών υφασμάτων.
[8] Οι άλλες περιοχές στην Κορινθία είχαν τις πιο κάτω παραγωγές σε κρασί: Βασιλικά 21%, Αγ.Γεώργιος 1,64%, Λιγουριό 1,49% Αγιονορίου. , περιοχή Κορίνθου 60,3%
[9] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε, 1979, τόμος Θ, σελ. 254
[10] Κορδώσης, Μιχαήλ, Αθήνα MCMLXXXI, σελ. 175
[11] Σακελαρίου Ελένη, Ιστορικογεωγραφικά 2014. σελ.146,147.
[12] Ομοίως, σελ.149
[13] Κουτσούκος Γιάννης, Ιστορική περιήγηση στο Χωροχρόνο του Αγίου Βασιλείου Κορίνθιας από το 2600 π.Χ έως σήμερα, Αθήνα 2014, σελ.107.
[14] Σακελαρίου Ελένη, 2014. σελ.149
———————————————————————————-
Γιάννης Κουτσούκος. Κόρινθος, Φεβρουάριος 2015.
https://koutsoukos.wordpress.com/2015/02/
Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς καλύτερα τις συνθήκες της ξένης κυριαρχίας της τουρκοκρατίας και φραγκοκρατίας παρατίθεται σύντομος χρονολογικός πίνακας για την διάρκεια της φραγκοκρατίας και τουρκοκρατίας στην πόλη της Κορίνθου που ίσχυε, φυσικά, και για την ευρύτερη περιοχή της Κορινθίας και συνεπώς και για τον Άγιο Βασίλειο.[1]
Ιστορική περίοδος | Χρονολογία | Διάρκεια |
Πρώτη Φραγκοκρατία | 1210 – 1458 μ. Χ. | 248 χρόνια |
Πρώτη Τουρκοκρατία | 1458 – 1685 μ. Χ. | 227 χρόνια |
Δεύτερη Φραγκοκρατία | 1685 – 1715 μ. Χ. | 30 χρόνια |
Δεύτερη Τουρκοκρατία | 1715 – 1821 μ. Χ. | 106 χρόνια |
Σύνολο | 611 χρόνια |
Συνεπώς όταν μιλάμε για το έτος 1365 μ.Χ, οπότε έγινε η σύνταξη του έγγραφου του Nicola Acciaiuoli, που δίνει ιστορικές πληροφορίες για τον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας, μιλάμε για την πρώτη Φραγκοκρατία. Χρονικά προσδιορίζεται το έτος αυτό 161 χρόνια μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους, η οποία έγινε το 1204. Επίσης προσδιορίζεται και 93 χρόνια προ της κατάκτησης της Κορινθίας από τους Τούρκους και συνεπώς και του Αγίου Βασιλείου, η οποία έγινε το έτος 1458.
Από τον πιο πάνω πίνακα προκύπτει, ότι ο Άγιος Βασίλειος έμεινε υποτελής στους Φράγκους 278 χρόνια (πρώτη και δεύτερη φραγκοκρατία) και στους Τούρκους κατακτητές 333 χρόνια. Δηλαδή η συνολική κατάκτηση του Αγίου Βασιλείου από Τούρκους και Φράγκους διήρκεσε συνολικά 611 χρόνια.
– Το έγγραφο του έτους 1365.
Το έγγραφο του 1365 είναι ένα σύνολον καταλόγων των εσόδων που συγκέντρωναν οι υποτακτικοί του φεουδάρχη και τραπεζίτη Νίccolò Acciaiuoli στο κάστρο του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας. Οι κατάλογοι αυτοί μας δίνουν πολύτιμα στοιχεία για την μεσαιωνική ιστορία (ιταλική φραγκοκρατία) του κάστρου και του χωριού Άγιος Βασίλειος καθώς και της γύρω περιοχής. Το έγγραφο αυτό ο Νίccolò Acciaiuoli το συνέταξε στη Νεάπολη της Ιταλίας λίγους μήνες προ του θανάτου του, ο οποίος έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 1365. Το έγγραφο καλύπτει την χρονική περίοδο από την άνοιξη έως το φθινόπωρο του 1365. Στην ουσία πρόκειται για σύνολο λογαριασμών, που καταγράφονται τα έσοδα και τα έξοδα από την διαχείριση των γαιών του Νίccolò Acciaiuoli σε έντεκα οικισμούς της καστελλανίας της Κορίνθου, ανάμεσα στους οποίους το Αγιονόρι και ο Άγιος Βασίλειος[2].
Τα έγγραφα εσόδων του Niccolò Acciaiuoli το 1365 μ.Χ. δείχνουν ότι μετά την ανοικοδόμηση του κάστρου ο Άγιος Βασίλειος έγινε το κέντρο της γύρω περιοχής, όπου συγκεντρώνονταν τα έσοδα από τους φόρους που εισέπραττε ο φεουδάρχης. Από την ποσότητά των φόρων, φαίνεται ότι στο φρούριο του Αγίου Βασιλείου υπαγόταν μία μεγάλη περιοχή, η τρίτη σε σπουδαιότητα μετά τις περιοχές της Κορίνθου και Βασιλικών. Στα ίδια επίσης έγγραφα συναντάμε για πρώτη φορά το 1365 το όνομα Άγιος Βασίλειος.[3]
Από το έγγραφο του 1365 προκύπτουν τα πιο κάτω[4]
–Θεόδωρος, ο γενικός επόπτης του Niccolò Acciaiuoli στην Κορινθία.
Επειδή το 1365 ο Acciaiuoli ζούσε στην Ιταλία είχε αναθέσει την γενική εποπτεία της διαχείρισης των γαιών του στην Κορινθία σε έναν επόπτη με το όνομα Θεόδωρο, ο οποίος είχε τον τίτλο maestro massaro. Τον Θεόδωρο βοηθούσε ολόκληρη ιεραρχία από κατώτερους υπαλλήλους. Οι υπάλληλοι αυτοί κατέγραφαν τα έσοδα και τα έξοδα από την διαχείριση των γαιών της Καστελλανίας της Κορίνθου και τα απέστελλαν στην Νεάπολη στον επικυρίαρχο τραπεζίτη Niccolò Acciaiuoli
-Νικόλας Καζίνης (Νicola Casini), ο αντιπρόσωπος (επιστάτης) του Acciaiuoli στο φρουρίου του Αγίου Βασιλείου. Είχε τον φράγκικο τίτλο Βάϊλος
Ο Νικόλας Καζίνης φέρετε σε μία καταγραφή του εγγράφου να συγκέντρωσε μαζί με δύο άλλους υπαλλήλους, που τον βοηθούσαν, την εισφορά του χωριού σε είδος (γεώμορο) και την φύλαξε στο κάστρο. Οι δύο αυτοί υπάλληλοι του κάστρου ήσαν ιταλικής καταγωγής και ονομάζονταν gienmoratori. Ο αποθηκάριος όμως του Αγίου Βασιλείου βρέθηκε να χρωστά μία ποσότητα κρασί . Όταν κλήθηκε σε απολογία προτίμησε να διαφύγει και όχι να παρουσιασθεί και να δώσει εξηγήσεις. Το 1365 το Αγιονόρι φαίνεται να είναι διοικητικά εξαρτημένο από τον Άγιο Βασίλειο.
Πληροφορίες για την καλλιέργεια κρασιού στον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας.
Στον Άγιο Βασίλειο υπάρχει καταγραφή για συγκέντρωση 208 μέτρα κρασί. Από αυτά μόνο τα 30 προέρχονται από αμπέλια της άμεσης εκμετάλλευσης και 147 από τους φόρους του κρασιού σε είδος (μαστοφορία) των εξαρτημένων αγροτών (villani). Επίσης τα υπόλοιπα προερχόταν από μισθωμένα αμπέλια και από αγορά κρασιού.
Για τα έξοδα παραγωγής των αμπελιών στον Άγιο Βασίλειο καταγράφεται δαπάνη 74 υπερπύρων [5] για την περιποίηση των αμπελιών,για διάφορες μεταφορικές εργασίες, για την αμοιβή των υπευθύνων κελαριού και την αγορά βαρελιών.
-Ο μικροφεουδάρχης του Αγίου Βασίλείου Γιάννης Χαλιοπώλης (Gianni Chaliopoli) και ο οικισμός Άρλος.
Στο έγγραφο καταγράφεται και το ονοματεπώνυμο ενός μικροφεουδάρχη της εποχής εκείνης στον Άγιο Βασίλειο, του Γιάννη Χαλιοπώλη. Οι μικροφεουδάρχες είχαν στην διάθεση τους να διαχειρίζονται ένα μικρό φέουδο από τις εκτάσεις που ανήκαν στον Φεουδάρχη. Αναφέρεται επίσης ένα χωριό με το όνομα Arlos (Άρλος) στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου, το οποίο χωριό πληρώνει μαζί με τον Άγιο Βασίλειο τον πιο πάνω φόρο των συνολικά 21 υπερπύρων. Το όνομα αυτό είναι άγνωστο σήμερα στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου.
-ΟΙ φόροι που εισέπραττε ο γαιοκτήμονας στο Άγιο Βασίλειο ήσαν και σε είδος αλλά και σε μετρητά
Oι εισπράκτορες του γαιοκτήμονα εισέπρατταν το τέλος (φόρο) και σε μετρητά. Σε μία καταγραφή του εγγράφου ο Άγιος Βασίλειος πληρώνει μετρητά συνολικά 21 υπέρπυρα και το Αγιονόρι 18 υπέρπυρα. Επίσης η Κόρινθος πληρώνει 229 και τα Βασιλικά (Συκιώνα) 36 υπέρπυρα. Αυτό είναι μία ένδειξη της κατάταξης του πλούτου των περιοχών αυτών
–Οι ιδιοκτήτες στον Άγιο Βασίλειο με τα ονόματα Καρβαλέας, Ιωάννης και ο καλλιεργητής Νικόλαος Μαρέντης
Στο έγγραφο καταγράφεται επίσης το όνομα του Carvalea (Καρβαλέας), ενός ιδιοκτήτη έκτασης, ο οποίος την είχε εγκαταλείψει. Από αυτή την έκταση (στάση) καταγράφεται στο βιβλίο εσόδων από το κρασί, ότι ο γαιοκτήμονας εισέπραξε 9 μέτρα κρασί. Πιθανώς την καλλιεργούσε κάποιος άλλος που πλήρωσε τον φόρο σε είδος. Παρόμοια αναφορά υπάρχει για την έκταση (στάση) ενός Ιωάννη, ο οποίος την είχε εγκαταλείψει και τον φόρο σε είδος
κατάβαλε στον γαιοκτήμονα ο κάτοχος της στάσεως με το όνομα Nicola Maredi (Νικόλας Μαρέντης).
-Η επιδημία της Πανούκλας του έτους 1348 και οι πολεμικές ταραχές μειώνουν τον πληθυσμό στον Άγιο Βασίλειο.
Οι εγκαταλελειμμένες και ερημωμένες δύο πιο πάνω στάσεις (καλλιεργήσιμη γη) στο Άγιο Βασίλειο αποτελούν ένδειξη δημογραφικής κρίσης. Η κρίση αυτή οφείλεται και στη επιδημία της πανούκλας του έτους 1348, αλλά και στις πολεμικές και πολιτικές ταραχές της εποχής εκείνης. Αποτέλεσμα αυτών ήταν το δεύτερο μισό του δεκάτου τετάρτου αιώνα να υπάρχει εκτός της βαθιάς δημογραφικής κρίσης και οικονομική ύφεση.
Τα ονόματα των φόρων σε μετρητά και σε είδος.
Οι χρηματικές εισφορές (φόροι), που εισέπρατταν οι διαχειριστές του γαιοκτήμονα στον Άγιο Βασίλειο ήσαν τρείς. Το τέλος, το μίσθωμα και η αποκοπή.
Παράλληλα όμως υπήρχαν και δύο άλλες εισφορές σε είδος. Η πρώτη ήταν η εισφορά σε δημητριακά, όσπρια και λινάρι, η οποία καταγράφεται στο έγγραφο ως li gienmori[6]. Η δεύτερη εισφορά σε είδος ήταν η μαστοφορία, δηλαδή η εισφορά σε κρασί. Τα ίδια ισχύουν και για το κάστρο του Αγιονορίου.
Στο έγγραφο καταγράφεται και ο φόρος (γεώμορον), που πλήρωναν εκτός από τον Άγιο Βασίλειο και το Αγιονόρι ακόμη και οι γειτονικοί οικισμοί Βασιλικών (Συκιώνα), Αγίου Γεωργίου (Νεμέα), Αγγελόκαστρου, Λιγουριού και Παιάδας (Επίδαυρος).
-Κρασί,σταφίδα, κριθάρι, βρώμη, σμιγάδι, στάρι, όσπρια, λινάρι και βίκος τα αγροτικά προϊόντα της εποχής
Το έτος 1365 στον Άγιο Βασίλειο οι κάτοικοι καλλιεργούσαν δημητριακά, όσπρια, λινάρι και κυρίως κρασί Η παραγωγή των δημητριακών σύμφωνα με τον φόρο που έχει καταγραφεί στο έγγραφο έχει την ακόλουθη σειρά: Κριθάρι 18 μόδιοι, βρώμη 18 μόδιοι, σμιγάδι 15 μόδιοι, στάρι 11 μόδιοι, όσπρια 1 μόδιος, λινάρι[7] ένα δεμάτι. Στο Αγιονόρι επίπλέον καταγράφεται και καλλιέργεια του βίκου. Το κρασί ήταν το κυρίαρχο προϊόν όχι μόνο στους δύο οικισμούς Άγιο Βασίλειο και Αγιονόρι, αλλά και σε όλη την Καστελλανία της Κορίνθου.
Στο έγγραφο του 1365 καταγράφεται η συνολική ποσότητα παραγωγής κρασιού στην Καστελλανία της Κορίνθου, η οποία ήταν 1.333,5 μέτρα. Από αυτά τα 208 μέτρα κρασιού, δηλαδή το 15,6 % προήλθε από την διοικητική διαίρεση του Αγίου Βασιλείου -Αγιονορίου[8].
Επίσης αναφέρεται αγοροπωλησία κρασιού στον Άγιο Βασίλειο. Οι υπάλληλοι του γαιοκτήμονα αγοράζουν 14 μέτρα κρασί αντί 14 υπερπύρων, το οποίον μεταπώλησαν.
Ο Άγιος Βασίλειος παράγει και καλή ποιότητα σταφίδα.: Ο Βαϊλος (επιστάτης) του Αγίου Βασιλείου το 1365 αγοράζει 9 μόδιους σταφίδα με τιμή 12 υπέρπυρα το μόδιο. Από αυτή την ποσότητα στέλνει τους 3,5 μόδιους στον Νίccolò Acciaiuoli στη Νεάπολη της Ιταλίας, όπου ζούσε ο Φεουδάρχης. Για την αποθήκευση του κρασιού πρέπει να υπήρχαν και βιοτεχνίες κατασκευής βαρελιών στην ευρύτερη περιοχή.
-Η οικογένεια Acciaiuoli και ο φεουδάρχης του Κάστρου του Αγίου Βασιλείου Νiccolo Acciaiuoli.
Ο φλωρεντιανός τραπεζίτης, πολιτικός και γαιοκτήμονας Νίccolò Acciaiuoli γεννήθηκε στο Castello di Montefugoni στις 12 Σεπτεμβρίου 1310 και πέθανε σε ηλικία 55 ετών στη Νεάπολη της Ιταλίας στις 8 Νοεμβρίου 1365. Δηλαδή πέθανε την ίδια χρονιά που συνέταξε στη Νεάπολη της Ιταλίας το σωζόμενο έγγραφο, το οποίο αφορά και.την λογιστική επεξεργασία των εσόδων του Κάστρου του Αγίου Βασιλείου.
Τον δέκατον τέταρτον αιώνα ανάμεσα στους ιταλούς που διεκδίκησαν εδάφη στην Πελοπόννησο ήταν και οι τραπεζική φλωρεντινή οικογένεια των Acciaiuoli. Παράλληλα υπήρχαν στην Πελοπόννησο εκτός από τους φλωρεντινούς και οι Γενουάτες, οι Βενετοί, οι Καταλανοί, οι Ναβαραίοι και οι Ιωαννίτες. Όλοι αυτοί προσπαθούσαν να διασπάσουν την ηγεμονία της Αχαΐας σε ανεξάρτητα κρατίδια. Οι Acciaiuoli. ενδιαφέρονται κατ αρχήν να επεκτείνουν στην Πελοπόννησο τις τραπεζικές τους δραστηριότητες. και μάλιστα στις κτήσεις του Βασιλείου της Νεάπολης. Με τις δραστηριότητες αυτές όμως απέκτησαν και φέουδα και έγιναν φεουδάρχες. Τα πρώτα εδάφη που αποκτά η φλωρεντινή Τράπεζα των Acciaiuoli.στην Πελοπόννησο το 1325 παραχωρήθηκαν σε αυτή από τον Ιωάννη de Cravina, αδελφό του Βασιλιά της Νεάπολης της Ιταλίας Ροβέρτου. Ο Ιωάννης αναγκάστηκε να παραχωρήσει στην τράπεζα των Acciaiuoli.φέουδα του στην Ηλεία για να ξεπληρώσει το δάνειο που είχε πάρει για την χρηματοδότηση της αποτυχημένης εκστρατείας του κατά τω Ελλήνων το 1325 έως 1326[9].
Οι Acciaiuolι ήταν ο οίκος, παρακλάδι γνωστότατης οικογένειας της Φλωρεντίας, που βασίλεψε και στο Δουκάτο των Αθηνών από το 1385 έως το 1458. Σύμφωνα με τον Bon[10] το κάστρο κατασκευάσθηκε στις αρχές της Φραγκοκρατίας από Φράγκους ευγενείς.
Ο Niccolò Acciaiuoli άρχισε την σταδιοδρομία του στην Πελοπόννησο ως σύμβουλος της Αικατερίνης de Valois, η οποία για τις υπηρεσίες που της προσέφερε του παραχώρησε νέες κτήσεις –φέουδα στην Κορινθία και στην Μεσσηνία. Ο ίδιος επεσκέφθη τον Μοριά από 1338 έως το 1341. Μετά ασχολήθηκε με τις υποθέσεις του Βασιλείου της Νεάπολης, όπου είχε λαμπρή σταδιοδρομία χωρίς να επισκεφθεί πάλι την Πελοπόννησο. [11]. Το 1348 υπάρχει στη περιοχή της Πελοποννήσου και συνεπώς και του Αγίου Βασιλείου η επιδημία της πανούκλας, η οποία αποδεκατίζει τον πληθυσμό και μαζί με τις τούρκικες επιδρομές δημιουργεί στις επόμενες δεκαετίες δημογραφική κρίση. Αυτό προκύπτει και από αναφορά του Nicola Boiano, διαχειριστή των γαιών στην Πελοπόννησο της συζύγου του Ροβέρτου του Τάραντα. [12] Την ίδια χρονιά (1348) ο Niccolò Acciaiuoli ανακηρύχθηκε Μέγας Σενεσάλος του Βασιλείου της Νεάπολης. Ανέλαβε την ανασυγκρότηση των κληρονομικών κτήσεων των Anjou (Βασίλειο Νεάπολης) στην Ελλάδα (Πριγκιπάτο της Αχαΐας) και απέκτησε ως ανταμοιβή τη βαρονία της Κορίνθου. Συγκεκριμένα «το 1358 ο Ροβέρτος του Τάραντος γιος της Αικατερίνης, προσέφερε στον Νικόλαο την Καστελλανία της Κορίνθου, κρίνοντας ότι ήταν το μόνο ικανό πρόσωπο που μπορούσε να αναλάβει την άμυνά της[13]» Στην απόφαση του αυτή έπαιξε ρόλο και η έκκληση των κατοίκων της Κορίνθου προς τον επικυρίαρχο τους Ροβέρτο για προστασία από τις τούρκικες επιδρομές[14]. Στην Καστελλανία αυτή συμπεριλαμβάνετε και το κάστρο του Αγίου Βασιλείου. Διάδοχοι του Niccolò Acciaiuol είναι ο γιός του Άγγελος, και ο θετός γιος του Νέριος, ο οποίος το 1371 παρέλαβε από τον αδελφό του Άγγελο το Κάστρο του Ακροκορίνθου. Άλλα μέλη της οικογενείας Acciaiuoli δραστηριοποιήθηκαν στην Αχαΐα, όπως ο Ιωάννης και οι δύο Άγγελοι που κατάλαβαν το αρχιεπισκοπικό θρόνο στη Πάτρα.
Το 1377 ο Άγιος Βασίλειος αναφέρεται στον κατάλογο φρουρίων του πριγκιπάτου του Μορέως ως Castello de Sancto Basile ανάμεσα στα εννέα κάστρα της Καστελλανίας της Κορίνθου. Ο οικισμός που περιελάμβανε 85 σπίτια αναφέρεται ως ο δεύτερος μετά από αυτόν της Κορίνθου.
Σημείωση: Οι φωτογραφίες απεικονίζουν το Φράγκικο κάστρο του Αγίου Βασιλείου,όπως είναι σήμερα και στο βάθος το χωριό Άγιος Βασίλειος. Έχουν ληφθεί από τον συντάκτη του παρόντος πονήματος.
————————————–
[1] Μ. Φούγιας, Ιστορία της αποστολικής εκκλησίας της Κορίνθου, Νέα Σύνορα, Εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, δεύτερη έκδοση, Αθήνα 1997, σελ. 11-12 από όπου ελήφθησαν οι χρονολογίες. Ο πίνακας έγινε από τον γράφοντα και περιέχεται στο βιβλίο του: Μεταβυζαντινές τοιχογραφίες στο Ναό της ζωοδόχου Πηγής στον Άγιο Βασίλειο Κορινθίας .Αθήνα 2012 , σελ. 56
[2] Σακελαρίου Ελένη, Η αγροτική οικονομία στο Αγιονόρι και στον Άγιο Βασίλειο, (δέκατος τέταρτος αιώνας). Ιστορικογεωγραφικά, επιστημονικό συμπόσιο, πρακτικά. Γιάννενα –Θεσσαλονίκη 2014, σελ. 145
[3] Κορδώσης, Μιχαήλ. Συμβολή στην ιστορία και τοπογραφία της περιοχής Κορίνθου στους μέσους χρόνους. Διδακτορική διατριβή. Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νώτη Καραβία Αθήνα MCMLXXXI, σελ. 175
[4] Σακελαρίου Ελένη, Ιστορικογεωγραφικά, 2014, σελ.159 έως 205, όπου υπάρχει πλήθος ξένης βιβλιογραφίας, που αφορά την περιοχή Αγίου Βασιλείου και Αγιονορίου. Στο παρόν πόνημα επιλέγονται μόνο τα στοιχεία που αφορούν τον Άγιο Βασίλειο.
[5] Το υπέρπυρο ήταν χρυσό βυζαντινό νόμισμα
[6] Η λέξη πιθανότατα έχει εξελιχθεί από τον βυζαντινό φόρο γαιώμορον ή γειομόρα, που σημαίνει καταβολή ενοικίου σε είδος.
[7] Η παραγωγή του λιναριού στον Άγιο βασίλειο το 1365 παραπέμπει σε ύπαρξη εγκαταστάσεων στη ευρύτερη περιοχή για την επεξεργασία του για την κατασκευή λινών υφασμάτων.
[8] Οι άλλες περιοχές στην Κορινθία είχαν τις πιο κάτω παραγωγές σε κρασί: Βασιλικά 21%, Αγ.Γεώργιος 1,64%, Λιγουριό 1,49% Αγιονορίου. , περιοχή Κορίνθου 60,3%
[9] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε, 1979, τόμος Θ, σελ. 254
[10] Κορδώσης, Μιχαήλ, Αθήνα MCMLXXXI, σελ. 175
[11] Σακελαρίου Ελένη, Ιστορικογεωγραφικά 2014. σελ.146,147.
[12] Ομοίως, σελ.149
[13] Κουτσούκος Γιάννης, Ιστορική περιήγηση στο Χωροχρόνο του Αγίου Βασιλείου Κορίνθιας από το 2600 π.Χ έως σήμερα, Αθήνα 2014, σελ.107.
[14] Σακελαρίου Ελένη, 2014. σελ.149
———————————————————————————-
Γιάννης Κουτσούκος. Κόρινθος, Φεβρουάριος 2015.
https://koutsoukos.wordpress.com/2015/02/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου