Το Αστεροσκοπείο Στεφανίου είναι το πρώτο σύγχρονο αστεροσκοπείο της Ελλάδας.
Το 1964 μια ομάδα Ολλανδών αστρονόμων επισκέφτηκε την Ελλάδα, αναζητώντας την κατάλληλη περιοχή για την εγκατάσταση ενός δικού της τηλεσκοπίου. Την εποχή εκείνη, ο κόσμος βρισκόταν στον πυρετό της κούρσας του διαστήματος και η Ελλάδα είχε δεχτεί πολλές αιτήσεις από ιδρύματα της Δυτικής Ευρώπης για τη λειτουργία δικών τους αστροφυσικών παρατηρητηρίων. Οι Ολλανδοί συνοδεύτηκαν από τον Έλληνα ομόλογό τους Λυσίμαχο Μαυρίδη του Α.Π.Θ. και επέλεξαν από την περιοχή της Αργολιδοκορινθίας -που είχε τις καλύτερες προδιαγραφές από ολόκληρη την ηπειρώτικη Ελλάδα- το Στεφάνι και συγκεκριμένα την κορυφή της Ψηλής Ράχης.
Ενώ οι Ολλανδοί εξέταζαν το θέμα πίσω στην πατρίδα τους, συνηγόρησαν με την Επιστημονική Επιτροπή του ΝΑΤΟ στην έγκριση οικονομικής ενίσχυσης ύψος 14.000 $ για ένα από κοινού ερευνητικό πρόγραμμα με αντικείμενο τη φωτοηλεκτρική φωτομετρία αστέρων μεταγενέστερων φασματικών τύπων των αστρονόμων κ. Heinz Neckel του Αστεροσκοπείου του Αμβούργου και Λ. Μαυρίδη του ΑΠΘ. Το πρόγραμμα προέβλεπε την μεταφορά από το Αμβούργο και την λειτουργία στην Ελλάδα ενός κατοπτρικού τηλεσκοπίου. Όμως τα χρονικά περιθώρια ήταν στενά και δεν επέτρεπαν την απαλλοτρίωση μιας έκτασης για λογαριασμό του Α.Π.Θ. Έτσι, ο Λ. Μαυρίδης αποφάσισε να προχωρήσει με δικά του χρήματα στην αγορά γης στο λόφο της Δραγατούρας στο Στεφάνι Κορινθίας, ζητώντας και τη συνδρομή του τότε προέδρου του χωριού, Παναγιώτη Γ. Μπαλάφα, ο οποίος έκανε έρανο στο χωριό και οι κάτοικοι έδωσαν ότι είχαν και δεν είχαν για να μην φύγει το αστεροσκοπείο σε άλλη περιοχή. Έτσι ιδρύθηκε το Αστεροσκοπείο Στεφανίου που θα γινόταν στη συνέχεια γνωστό στο διεθνή επιστημονικό κόσμο με το όνομα «Stephanion Observatory».
Τα σχέδια των υποδομών του αστεροσκοπείου πήραν την τελική τους μορφή όταν, το Μάρτιο του 1966, μια αποστολή του Γαλλικού Κέντρου Διαστημικών Ερευνών (CNES) αποφάσισε να εγκαταστήσει στο Στεφάνι ένα κινητό σταθμό παρακολούθησης τεχνητών δορυφόρων. Η Γαλλία μόλις είχε κατακτήσει το διάστημα μετά τις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση, έχοντας θέσει σε τροχιά